Zώα του δάσους και ζώα της ζούγκλας
Τα ζώα του δάσους είναι :
Λύκος
Κουνάβι
Σκαντζόχοιρος
Χελώνα
Σκίουρος
κ.α
Λίγες πληροφορίες ...
Λύκος
Το όνομά του λέγεται πως προέρχεται από τη λέξη "λύκη", που σημαίνει φως. Γι΄ αυτό ήταν και το σύμβολο του θεού του φωτός Απόλλωνα. Στην είσοδο του μαντείου των Δελφών, που ήταν αφιερωμένο στον Απόλλωνα, υπήρχε ένα άγαλμα λύκου.
Κουνάβι
Ο μέσος όρος ζωής των κουναβιών στο φυσικό τους περιβάλλον είναι 3 χρόνια, το μέγιστο στην άγρια φύση είναι 10 χρόνια. Σε αιχμαλωσία, αυτό το είδος μπορεί να ζήσει μέχρι 18 χρόνια. Το ζευγάρωμα αρχίζει στο μέσο του καλοκαιριού παρότι η εμφύτευση των γονιμοποιημένων αυγών στη μήτρα δεν συμβαίνει παρά νωρίς την επόμενη άνοιξη. Η περίοδος κυοφορίας είναι 28 ημέρες και υπάρχουν 2 -7 νεογνά κάθε γέννα. Τα νεογνά απογαλακτίζονται στους δύο μήνες, έπειτα μαθαίνουν κυνηγητικές τεχνικές από τη μητέρα τους. Ανεξαρτητοποιούνται στο τέλος του καλοκαιριού
Σκαντζόχοιρος
Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα μικρά θηλαστικά που ζουν κοντά σε ανθρώπους, τα αυτοκίνητα αποτελούν σοβαρή απειλή για τους σκαντζόχοιρους. Πολλές φορές τους πατούν ενώ εκείνοι προσπαθούν να διασχίσουν το δρόμο.
Άλλη συνηθισμένη πηγή θανάσιμου κινδύνου που προέρχεται από τον άνθρωπο είναι τα εντομοκτόνα. Οι σκαντζόχοιροι που τρώνε έντομα γεμάτα εντομοκτόνο παρουσιάζουν πεπτικά προβλήματα και τελικά πεθαίνουν.
Οι σκαντζόχοιροι αποτελούν πηγή τροφής σε πολλές κουλτούρες. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, μάλιστα, θεωρούνταν εκλεκτό έδεσμα και σώζονται πολλές συνταγές από την εποχή εκείνη. Μια συνηθισμένη συνταγή που συνήθως αποδίδεται στους Ρομά (τσιγγάνους) είναι ο σκαντζόχοιρος ψητός σε πηλό
Χελώνα
Οι χερσαίες χελώνες ζουν αποκλειστικά στην ξηρά και υπάρχουν σήμερα περίπου 50 είδη. Τρέφονται κυρίως με φυτά αλλά θεωρείται παμφάγο ζώο. Τους χειμερινούς μήνες οι χελώνες πέφτουν σε χειμέρια νάρκη και η αναπαραγωγή τους γίνεται τους θερινούς μήνες, γεννώντας από 2 ως 12 αυγά.
Κατατάσσονται στην οικογένεια Testudinidae, η οποία συγκροτείται από 7 γένη και 40 περίπου είδη των θερμών περιοχών της Γης, εκτός από την αυστραλιανή περιοχή. Από αυτά μόνο 3 (του πολυπληθέστερου γένους Testudo) απαντούν στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα τα 3 χερσαία (άγρια) είδη της Ελλάδας
Σκίουρος
Το πιο γνωστό χαρακτηριστικό του σκίουρου είναι η μακριά φουντωτή ουρά, που σε μερικά είδη έχει μήκος περίπου ίδιο του κορμιού του. Τα πισινά του πόδια είναι σχετικά μεγάλα και το ζωάκι μπορεί άνετα να κάθεται πάνω τους με τα μικρά μπροστινά να κρατάνε καρπό ή άλλο αντικείμενο. Τα μπροστινά όσο και τα πισινά πόδια εξοπλίζονται με μικρά αλλά δυνατά νύχια κατάλληλα για σκάψιμο στο έδαφος και σκαρφάλωμα σε δέντρα.
Το χρώμα του σκίουρου διαφέρει ανάλογα με το είδος, με τα πιο συνηθισμένα χρώματα το μαύρο, το κόκκινο, το γκρίζο και το καφέ στην πλάτη και το λευκό στην κοιλιά. Οι σκίουροι έχουν διπλό τρίχωμα, το εσωτερικό είναι πυκνό κι απαλό στην αφή, ενώ το εξωτερικό αποτελείται από μακριές σκληρές τρίχες.
Ο σκίουρος έχει αμυγδαλωτά σκούρα προεξέχοντα μάτια, σχετικά μεγάλα για το μέγεθος του κεφαλιού του, με αρκετή απόσταση μεταξύ τους. Τα τριγωνικά του αυτιά είναι στητά και σε μερικά είδη έχουν τούφες στην κορυφή τους. Το ρύγχος του είναι μικρό και λήγει σε στρογγυλή μύτη.
Τα ζώα του δάσους είναι :
Λιοντάρι
Πάντα
Ελέφαντας
Ιπποπόταμος
Καγκουρό
κ.α
Λιοντάρι
Καθώς κάποια αρσενικά υπερβαίνουν τα 250 κιλά σε βάρος[4] είναι το δεύτερο μεγαλύτερο αιλουροειδές μετά την τίγρη που υπάρχει σήμερα. Λιοντάρια σε άγρια κατάσταση υπάρχουν πλέον στην Υποσαχάρια Αφρική και στην Ασία που έχει μείνει ένας πληθυσμός στη βορειοδυτική Ινδίαπου κινδυνεύει άμεσα από αφανισμό ενώ έχει εξαφανιστεί από τη Βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Δυτική Ασία, τα Βαλκάνιακαι τον Καύκασο στα ιστορικά χρόνια. Μέχρι το ύστερο Πλειστόκαινο, περίπου 10.000 χρόνια πριν, το λιοντάρι ήταν το πλέον διασκορπισμένο μεγάλο επίγειο θηλαστικό μετά τον άνθρωπο. Βρίσκονταν στο μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής, μεγάλο μέρος της Ευρασίας από τη δυτική Ευρώπη έως την Ινδία, και στην Αμερική από το Γιούκον έως το Περού.
Τα λιοντάρια στη φύση ζουν περίπου 10-14 χρόνια, ενώ σε αιχμαλωσία μπορούν να ζήσουν πάνω από 20 χρόνια. Σε άγρια κατάσταση τα αρσενικά σπανίως ζουν πάνω από 10 χρόνια, καθώς οι τραυματισμοί από τις συνεχόμενες μάχες με αντίπαλα αρσενικά μειώνουν δραστικά τη μακροζωία τους.[5] Ο συνηθισμένος τόπος διαμονής των λιονταριών είναι η σαβάνα και οι γρασιδότοποι, αν και μπορεί να βρεθούν και σε θαμνώδεις περιοχές και δάση. Είναι ασυνήθιστα κοινωνικά ζώα σε σχέση με τα υπόλοιπα αιλουροειδή. Μια αγέλη λιονταριών συνήθως αποτελείται από συγγενικά θηλυκά, τα νεογνά τους και ένα μικρό αριθμό ενήλικων αρσενικών. Τα θηλυκά συνήθως κυνηγούν μαζί σε ομάδες, κυρίως μεγάλα οπληφόρα. Τα λιοντάρια είναι κυρίαρχα αρπακτικά, παρόλο που τρώνε και θνησιμαία αν δοθεί η ευκαιρία. Ενώ συνήθως δεν κυνηγούν ανθρώπους επιλεκτικά, έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις λιονταριών που αναζητούσαν ανθρώπινα θηράματα.
Πάντα
Το γιγαντιαίο πάντα έχει ασπρόμαυρο τρίχωμα. Τα ενήλικα πάντα έχουν μήκος που κυμαίνεται από 1,5 έως 1,8 μ., συμπεριλαμβανομένης της ουράς (η οποία έχει μήκος περίπου 13 εκ.), και ύψος 60-90 εκ. ως τους ώμους. Τα αρσενικά μπορεί να ζυγίζουν μέχρι και 160 κ. Τα θηλυκά (γενικώς 10-20% μικρότερα από τα αρσενικά) μπορεί να ζυγίζουν μόνο 75 κ., αλλά μπορεί να φτάσουν επίσης τα 125 κ. Το μέσο βάρος ενός ενήλικα είναι 100-115 κ
Το γιγαντιαίο πάντα ζει σε λίγα βουνά της κεντρικής Κίνας, κυρίως στην επαρχία Σετσουάν, αλλά και στις επαρχίες Σαανσί και Γκανσού. Ως αποτέλεσμα της εντατικής καλλιέργειας, της αποψιλώσεως των δασών και άλλων εξελίξεων, τα πάντα έχουν οδηγηθεί μακριά από τις πεδινές περιοχές όπου παλαιότερα κατοικούσαν
Ελέφαντας
Οι ελέφαντες είναι χορτοφάγοι και μπορούν να βρεθούν σε διάφορα ενδιαιτήματα όπως οι σαβάνες, τα δάση, οι έρημοι και τα τενάγη. Προτιμούν να μένουν κοντά σε νερό. Θεωρούνται ότι είναι βασικά είδη λόγω της επιδράσεώς τους στα περιβάλλοντά τους. Τα άλλα ζώα τείνουν να κρατούν αποστάσεις και οι θηρευτές όπως τα λιοντάρια, οι τίγρεις, οι ύαινες και οι άγριοι σκύλοι συνήθως στοχεύουν μόνο τους νεαρούς ελέφαντες. Τα θηλυκά τείνουν να ζουν σε οικογενειακές ομάδες, οι οποίες μπορούν να αποτελούνται από ένα θηλυκό με τα μικρά της ή αρκετά συγγενικά θηλυκά με τα μικρά τους. Οι ομάδες έχουν επικεφαλής ένα άτομο συνήθως το γηραιότερο θηλυκό. Οι ελέφαντες έχουν μία κοινωνία σχάσεως-συντήξεως στην οποία πολλαπλές οικογενειακές ομάδες ενώνονται για να κοινωνικοποιηθούν. Τα αρσενικά αφήνουν τις οικογενειακές τους ομάδες όταν φτάνουν στην εφηβεία και μπορεί να ζήσουν μόνα ή με άλλα αρσενικά.
Ιπποπόταμος
ι ιπποπόταμοι είναι ζώα κοινωνικά που ζουν σε αγέλες με πληθυσμό έως και 40 ζώα. Η διάρκεια ζωής τους είναι 40-50 έτη.
Έχουν μήκος 3,5 μέτρα και 1,5 μέτρα ύψος στο ακρώμιο, και θεωρούνται, μαζί με το λευκό ρινόκερο τα μεγαλύτερα στεριανά ζώα μετά τον ελέφαντα (οι γνώμες των ειδικών διίστανται ως προς το ποιο από τα δύο είναι μεγαλύτερο).
Φαίνεται ότι οι αρσενικοί ιπποπόταμοι αυξάνουν διαρκώς σε μέγεθος σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, ενώ οι θηλυκοί φτάνουν στο μέγιστο βάρος τους γύρω στην ηλικία των 25 ετών. Τα θηλυκά, που δεν ξεπερνούν τον 1,5 τόνο σε βάρος, είναι μικρότερα από τα αρσενικά (φυλετικός διμορφισμός), τα οποία μπορούν να ζυγίζουν έως και 3,2 τόννους. Παρά τον όγκο τους, οι ιπποπόταμοι τρέχουν γρηγορότερα από τον άνθρωπο. Η ταχύτητά τους ποικίλλει από 30 έως 50 χλμ/ώρα.
Καγκουρό
Το καγκουρό είναι μαρσιποφόρο ζώο που απαντάται στην Αυστραλία και τη Νέα Γουινέα. Ανήκουν στην οικογένεια των μακρόποδων, που περιλαμβάνει 63 είδη καγκουρό.
Όλα όμως τα ζώα που τα λένε καγκουρό, μικρά ή μεγάλα ανήκουν στην τάξη των μαρσιποφόρων. Το όνομα μαρσιποφόραπροέρχεται από την αρχαία λέξη μάρσιπος, που σημαίνει σάκος και δόθηκε στα ζώα αυτά επειδή η θηλυκή έχει ένα είδος σάκου στην κοιλιά, όπου τα μικρά τους περνούν τους πρώτους μήνες της ζωής τους. Στην κοιλιακή πλευρά του μαρσίπου υπάρχουν οι θηλές, από όπου τα μικρά καγκουρό θηλάζουν για μερικούς μήνες. Όταν γεννηθούν, η μητέρα γλείφει το τρίχωμα της κοιλιάς της κι ανοίγει ένα δρόμο ως τον σάκο, ώστε τα μικρά να μπορούν εύκολα να τον βρουν.
Η θηλυκή γεννάει ένα, και καμιά φορά δύο, μικρά. Μερικοί επιστήμονες λένε ότι τα καγκουρό ζούσαν σε δέντρα, και δεν είναι γνωστό πώς ή γιατί κατέβηκαν στο έδαφος. Ωστόσο ένα είδος, τα δενδρόβια καγκουρό, ξαναγύρισαν στα δέντρα όπου τρέφονται και κοιμούνται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου